Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καχρυόεις
καχρυοφόρος
κάχρυς
καχρυφόρος
καχρυώδης
καχύποπτος
καχυπότοπος
καψάριος
καψιδρώτιον
καψικός
κάψις
κβʹ
κγʹ
κδʹ
κεʹ
κεάζω
κεάνωνος
κέαρνον
Κέβης
κεβλήγονος
κεβλήπυρις
View word page
κάψις
gulping
ShortDef
gulping
Debugging
Headword:
κάψις
Headword (normalized):
κάψις
Headword (normalized/stripped):
καψις
IDX:
47588
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47589
Key:
Data
{'content': 'gulping'}