Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καχεκτεύομαι
καχεκτέω
καχέκτης
καχεξία
καχεταιρεία
καχήμερος
καχλάζω
κάχληξ
καχόμιλος
καχορμισία
καχρύδια
καχρυδιάζομαι
καχρυδίας
καχρυόεις
καχρυοφόρος
κάχρυς
καχρυφόρος
καχρυώδης
καχύποπτος
καχυπότοπος
καψάριος
View word page
καχρύδια
husks of κάχρυς

ShortDef

husks of κάχρυς

Debugging

Headword:
καχρύδια
Headword (normalized):
καχρύδια
Headword (normalized/stripped):
καχρυδια
IDX:
47575
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47576
Key:

Data

{'content': 'husks of κάχρυς'}