Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καυχάομαι
καύχη
καύχημα
καυχηματίας
καυχηματικός
καυχήμων
καύχησις
καυχητής
καυχητιάω
καφ
Καφαρναούμ
Καφήρειος
Καφηρεύς
Καφηρίς
Καφίσιος
καφουρά
Καφύα
καφώρη
καχάζω
καχεκτεύομαι
καχεκτέω
View word page
Καφαρναούμ
Capernaum
ShortDef
Capernaum
Debugging
Headword:
Καφαρναούμ
Headword (normalized):
καφαρναούμ
Headword (normalized/stripped):
καφαρναουμ
IDX:
47556
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47557
Key:
Data
{'content': 'Capernaum'}