Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καυλώδης
Καυλωνία
Καυλωνιάτης
Καυλωνιᾶτις
καυλωτός
καῦμα
καυματηρός
καυματίας
καυματίζω
καυματώδης
καυμός
καυνάκης
καυνακοπλόκος
Καυνιακή
Καυνίας
Καυνικός
Καύνιος
Καῦνος
καύσιμος
καῦσις
καυσμένης
View word page
καυμός
fever
ShortDef
fever
Debugging
Headword:
καυμός
Headword (normalized):
καυμός
Headword (normalized/stripped):
καυμος
IDX:
47513
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47514
Key:
Data
{'content': 'fever'}