Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κατῶρυξ
κατωρύομαι
κατώτατος
κατωτερικός
κατώτερος
κατωτέρωθεν
κατωτίδες
κατώτιον
κατωφαγᾶς
κατωφελής
κατωφέρεια
κατωφερής
κατώφορος
κατωχάνης
κατωχριάω
καυάζοντα
καυθμός
καυκαλίας
καυκαλίς
Καυκάσιος
Καύκασος
View word page
κατωφέρεια
propensity

ShortDef

propensity

Debugging

Headword:
κατωφέρεια
Headword (normalized):
κατωφέρεια
Headword (normalized/stripped):
κατωφερεια
IDX:
47472
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47473
Key:

Data

{'content': 'propensity'}