Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀμορφία
ἄμορφος
ἀμορφόω
ἀμόρφωτος
ἆμος
ἀμός
ἁμός
ἁμός2
ἀμόσχευτος
ἄμοτον
ἄμοτος
ἁμοῦ
ἀμουσία
ἀμουσολογία
ἄμουσος
ἀμοχθεί
ἄμοχθος
ἀμόω
ἀμπαιστήρ
ἀμπελεία
ἀμπέλειος
View word page
ἄμοτος
raging, savage
ShortDef
raging, savage
Debugging
Headword:
ἄμοτος
Headword (normalized):
ἄμοτος
Headword (normalized/stripped):
αμοτος
IDX:
4743
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4744
Key:
Data
{'content': 'raging, savage'}