Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κατουδαῖος
κατουλάς
κάτουλος
κατουλόω
κατούλωσις
κατουλωτικός
κατουρέω
κατουρίζω
κατουρόω
κατοφρυόομαι
κατοχεύς
κατοχεύω
κατοχέω
κατοχή
κατόχιμος
κατοχῖτις
κάτοχος
κατοχώδης
κατοψέ
κατόψιος
κάτοψις
View word page
κατοχεύς
holder, support
ShortDef
holder, support
Debugging
Headword:
κατοχεύς
Headword (normalized):
κατοχεύς
Headword (normalized/stripped):
κατοχευς
IDX:
47422
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47423
Key:
Data
{'content': 'holder, support'}