Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κατορύσσω
κατορυχή
κατορφνάομαι
κατορχέομαι
κατόσσομαι
κατοσφραίνομαι
κατουδαῖος
κατουλάς
κάτουλος
κατουλόω
κατούλωσις
κατουλωτικός
κατουρέω
κατουρίζω
κατουρόω
κατοφρυόομαι
κατοχεύς
κατοχεύω
κατοχέω
κατοχή
κατόχιμος
View word page
κατούλωσις
cicatrization

ShortDef

cicatrization

Debugging

Headword:
κατούλωσις
Headword (normalized):
κατούλωσις
Headword (normalized/stripped):
κατουλωσις
IDX:
47416
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47417
Key:

Data

{'content': 'cicatrization'}