Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κατοπτροειδής
κάτοπτρον
κατοργανίζω
κατοργάς
κατοργιάζω
κατοργόω
κάτορθος
κατορθόω
κατόρθωμα
κατόρθωσις
κατορθωτέον
κατορθωτής
κατορθωτικός
κατορούω
κατορρωδέω
κατορυκτός
κατόρυξις
κατορύσσω
κατορυχή
κατορφνάομαι
κατορχέομαι
View word page
κατορθωτέον
one must correctly estimate
ShortDef
one must correctly estimate
Debugging
Headword:
κατορθωτέον
Headword (normalized):
κατορθωτέον
Headword (normalized/stripped):
κατορθωτεον
IDX:
47399
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47400
Key:
Data
{'content': 'one must correctly estimate'}