Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κατομφάλιος
κατονίναμαι
κατονομάζω
κατόνομαι
κατονομαξία
κατονομασία
κατονόμαστος
κάτοξος
κατοξύνω
κάτοξυς
κατοπάζω
κατόπιν
κατόπισθε
κατόπισθεν
κατοπτάω
κατοπτεία
κατόπτευσις
κατοπτευτήριος
κατοπτεύω
κατοπτήρ
κατοπτήριος
View word page
κατοπάζω
to follow hard upon

ShortDef

to follow hard upon

Debugging

Headword:
κατοπάζω
Headword (normalized):
κατοπάζω
Headword (normalized/stripped):
κατοπαζω
IDX:
47369
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47370
Key:

Data

{'content': 'to follow hard upon'}