Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κατολισθάνω
κατολίσθησις
κατόλλυμι
κατολολύζω
κατολοφύρομαι
κατομβρέομαι
κατομβρία
κατόμβριμος
κάτομβρος
κατόμνυμι
κατομόργνυμι
κατομφάλιος
κατονίναμαι
κατονομάζω
κατόνομαι
κατονομαξία
κατονομασία
κατονόμαστος
κάτοξος
κατοξύνω
κάτοξυς
View word page
κατομόργνυμι
wipe clean off

ShortDef

wipe clean off

Debugging

Headword:
κατομόργνυμι
Headword (normalized):
κατομόργνυμι
Headword (normalized/stripped):
κατομοργνυμι
IDX:
47358
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47359
Key:

Data

{'content': 'wipe clean off'}