Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κατιδίω
κατιθύς
κατικμάζω
κατικμαίνω
κατιλλαίνω
κατιλλώπτω
κατιλύω
κατιμονεύω
κατιόομαι
κάτισος
κατισχναίνω
κατισχνάω
κάτισχνος
κατισχυρεύομαι
κατισχύω
κατίσχω
Κάτλος
κάτογκος
κατοδυνάω
κατοδύρομαι
κατόζω
View word page
κατισχναίνω
to make to pine

ShortDef

to make to pine

Debugging

Headword:
κατισχναίνω
Headword (normalized):
κατισχναίνω
Headword (normalized/stripped):
κατισχναινω
IDX:
47301
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47302
Key:

Data

{'content': 'to make to pine'}