Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κατῆτος
κατήφεια
κατηφέω
κατηφής
κατηφών
κατηχέω
κατήχησις
κατιάδιον
κατιάπτω
κατιάς
κατιδίω
κατιθύς
κατικμάζω
κατικμαίνω
κατιλλαίνω
κατιλλώπτω
κατιλύω
κατιμονεύω
κατιόομαι
κάτισος
κατισχναίνω
View word page
κατιδίω
desudasco

ShortDef

desudasco

Debugging

Headword:
κατιδίω
Headword (normalized):
κατιδίω
Headword (normalized/stripped):
κατιδιω
IDX:
47291
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47292
Key:

Data

{'content': 'desudasco'}