Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀμορβαῖος
ἀμορβάς
ἀμορβεύω
ἀμορβός
ἀμοργεύς
ἀμόργη
ἀμόργινος
ἀμοργίς
ἄμοργις
ἀμοργίτας
Ἀμοργίτης
ἀμοργός
Ἀμοργός
ἀμοργός2
Ἀμοργοῦς
ἀμορία
ἄμορος
ἀμορφία
ἄμορφος
ἀμορφόω
ἀμόρφωτος
View word page
Ἀμοργίτης
inhabitant of Amorgos

ShortDef

inhabitant of Amorgos

Debugging

Headword:
Ἀμοργίτης
Headword (normalized):
ἀμοργίτης
Headword (normalized/stripped):
αμοργιτης
IDX:
4726
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4727
Key:

Data

{'content': 'inhabitant of Amorgos'}