Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κατηγορέω
κατηγόρημα
κατηγορησείω
κατηγόρησις
κατηγορητέον
κατηγορητής
κατηγορία
κατηγορικός
κατήγορος
κατήκοος
κατηκριβωμένως
κατῆλιψ
κατηλογέω
κάτηλυς
κατηλυσία
κατήλυσις
κατημελημένως
κατημύω
κατηναγκασμένως
κατήνεμος
κατήορος
View word page
κατηκριβωμένως
precisely
ShortDef
precisely
Debugging
Headword:
κατηκριβωμένως
Headword (normalized):
κατηκριβωμένως
Headword (normalized/stripped):
κατηκριβωμενως
IDX:
47264
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47265
Key:
Data
{'content': 'precisely'}