Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κατευωχέομαι
κατεφάλλομαι
κατεφθός
κατεφίσταμαι
κατεχθραίνω
κατεχμάζω
κατέχω
κατηβολέω
κατηβολή
κατηγγειωμένως
κατηγορέω
κατηγόρημα
κατηγορησείω
κατηγόρησις
κατηγορητέον
κατηγορητής
κατηγορία
κατηγορικός
κατήγορος
κατήκοος
κατηκριβωμένως
View word page
κατηγορέω
to speak against, to accuse
ShortDef
to speak against, to accuse
Debugging
Headword:
κατηγορέω
Headword (normalized):
κατηγορέω
Headword (normalized/stripped):
κατηγορεω
IDX:
47254
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47255
Key:
Data
{'content': 'to speak against, to accuse'}