Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κατευποιέω
κατευπορέω
κατευρύνω
κατευστοχέω
κατευτονέω
κατευτρεπίζω
κατευτυχέω
κατευφημέω
κατευχή
κατεύχομαι
κατευωχέομαι
κατεφάλλομαι
κατεφθός
κατεφίσταμαι
κατεχθραίνω
κατεχμάζω
κατέχω
κατηβολέω
κατηβολή
κατηγγειωμένως
κατηγορέω
View word page
κατευωχέομαι
to feast and make merry

ShortDef

to feast and make merry

Debugging

Headword:
κατευωχέομαι
Headword (normalized):
κατευωχέομαι
Headword (normalized/stripped):
κατευωχεομαι
IDX:
47244
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47245
Key:

Data

{'content': 'to feast and make merry'}