Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κατεργασία
κατέργασμα
κατεργαστέον
κατεργαστικός
κατεργολαβέω
κάτεργος
κατερέθω
κατερείδω
κατερείκω
κατερείπω
κατερείπωσις
κατερεύγομαι
κατερεύθω
κατερευνάω
κατερέφω
κατερέω
κατερημόω
κατερητύω
κατεριθεύομαι
κατερικτός
κατέρνης
View word page
κατερείπωσις
overthrow

ShortDef

overthrow

Debugging

Headword:
κατερείπωσις
Headword (normalized):
κατερείπωσις
Headword (normalized/stripped):
κατερειπωσις
IDX:
47187
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47188
Key:

Data

{'content': 'overthrow'}