Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀμολγάδες
ἀμολγαῖος
ἀμολγεύς
ἀμολγή
ἀμόλγιον
ἀμολγός
ἀμόλυντος
Ἀμομφάρετος
ἀμόμφητος
ἄμομφος
ἀμονάδιστος
Ἀμοπάων
ἀμόρα
ἀμορβαῖος
ἀμορβάς
ἀμορβεύω
ἀμορβός
ἀμοργεύς
ἀμόργη
ἀμόργινος
ἀμοργίς
View word page
ἀμονάδιστος
not reduced to a unit

ShortDef

not reduced to a unit

Debugging

Headword:
ἀμονάδιστος
Headword (normalized):
ἀμονάδιστος
Headword (normalized/stripped):
αμοναδιστος
IDX:
4713
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4714
Key:

Data

{'content': 'not reduced to a unit'}