Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀμοίχευτος
ἀμολγάδες
ἀμολγαῖος
ἀμολγεύς
ἀμολγή
ἀμόλγιον
ἀμολγός
ἀμόλυντος
Ἀμομφάρετος
ἀμόμφητος
ἄμομφος
ἀμονάδιστος
Ἀμοπάων
ἀμόρα
ἀμορβαῖος
ἀμορβάς
ἀμορβεύω
ἀμορβός
ἀμοργεύς
ἀμόργη
ἀμόργινος
View word page
ἄμομφος
blameless
ShortDef
blameless
Debugging
Headword:
ἄμομφος
Headword (normalized):
ἄμομφος
Headword (normalized/stripped):
αμομφος
IDX:
4712
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4713
Key:
Data
{'content': 'blameless'}