Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καταχωρέω
καταχωρίζω
καταχωρισμός
καταχωριστέον
κατάχωσις
καταψάλλω
καταψάω
καταψεκάζω
καταψελλίζομαι
καταψεύδομαι
καταψευδομαρτυρέω
κατάψευσις
κατάψευσμα
καταψευσμός
καταψεύστης
κατάψησις
καταψηφίζομαι
καταψήφισις
καταψηφιστέον
καταψηφιστέος
καταψήχω
View word page
καταψευδομαρτυρέω
to bear false witness against

ShortDef

to bear false witness against

Debugging

Headword:
καταψευδομαρτυρέω
Headword (normalized):
καταψευδομαρτυρέω
Headword (normalized/stripped):
καταψευδομαρτυρεω
IDX:
47060
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47061
Key:

Data

{'content': 'to bear false witness against'}