Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καταχλάω
καταχλευάζω
καταχλευαστικός
καταχλιαστέον
καταχλιδάω
καταχλοάζομαι
καταχλυόομαι
κατάχολος
καταχορδεύω
καταχόρευσις
καταχορεύω
καταχορηγέω
καταχραίνω
καταχράομαι
καταχράω
καταχρειόομαι
καταχρέμπτομαι
κατάχρεος
κατάχρεως
καταχρηματίζω
καταχρηματισμός
View word page
καταχορεύω
dance

ShortDef

dance

Debugging

Headword:
καταχορεύω
Headword (normalized):
καταχορεύω
Headword (normalized/stripped):
καταχορευω
IDX:
47016
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47017
Key:

Data

{'content': 'dance'}