Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καταχειρίζομαι
καταχείριος
καταχειρόομαι
καταχειροτονέω
καταχειροτονία
καταχέω
καταχήνη
καταχηρεύω
καταχής
καταχθέω
καταχθής
καταχθίζομαι
καταχθονίζω
καταχθόνιος
καταχιονίζω
καταχλαινόω
καταχλάω
καταχλευάζω
καταχλευαστικός
καταχλιαστέον
καταχλιδάω
View word page
καταχθής
loaded with
ShortDef
loaded with
Debugging
Headword:
καταχθής
Headword (normalized):
καταχθής
Headword (normalized/stripped):
καταχθης
IDX:
47000
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-47001
Key:
Data
{'content': 'loaded with'}