Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κατατρώγω
κατατυγχάνω
κατατυμβοχοέω
κατατύπτω
κατατυραννέω
κατάτυρος
κατατωθάζω
καταυαίνω
καταυγάζω
καταύγασμα
καταυγασμός
καταυγάστειρα
καταύγεια
καταυγέω
καταυδάω
καταύδησις
καταυθαδίζω
καταῦθι
καταυλέω
καταύλημα
καταύλησις
View word page
καταυγασμός
a shining brightly

ShortDef

a shining brightly

Debugging

Headword:
καταυγασμός
Headword (normalized):
καταυγασμός
Headword (normalized/stripped):
καταυγασμος
IDX:
46871
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-46872
Key:

Data

{'content': 'a shining brightly'}