Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κατάσπασις
κατάσπασμα
κατασπασμικός
κατασπασμός
κατασπαστικός
κατασπαταλάω
κατασπάω
κατασπειράω
κατασπείρω
κατάσπεισις
κατασπένδω
κατασπέρχω
κατασπεύδω
κατάσπευσις
κατασπιλάζω
κατάσπιλος
κατασποδέω
κατασπορά
κατασπορεύς
κατασπουδάζομαι
κατασπουδαζόντως
View word page
κατασπένδω
to pour as a drink-offering
ShortDef
to pour as a drink-offering
Debugging
Headword:
κατασπένδω
Headword (normalized):
κατασπένδω
Headword (normalized/stripped):
κατασπενδω
IDX:
46660
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-46661
Key:
Data
{'content': 'to pour as a drink-offering'}