Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κατασμύχω
κατασμώχομαι
κατασοβαρεύομαι
κατασοβέω
κατασοφίζομαι
κατασοφισμός
κατασπάζομαι
κατασπαράσσω
κατασπαργανόω
κατάσπασις
κατάσπασμα
κατασπασμικός
κατασπασμός
κατασπαστικός
κατασπαταλάω
κατασπάω
κατασπειράω
κατασπείρω
κατάσπεισις
κατασπένδω
κατασπέρχω
View word page
κατάσπασμα
vibrations

ShortDef

vibrations

Debugging

Headword:
κατάσπασμα
Headword (normalized):
κατάσπασμα
Headword (normalized/stripped):
κατασπασμα
IDX:
46651
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-46652
Key:

Data

{'content': 'vibrations'}