Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κατάρροπος
καταρροφάνω
καταρροφέω
καταρρόφησις
καταρροώδης
καταρρυής
καταρρυθμίζω
κατάρρυθμος
καταρρυπαίνω
καταρρυπόω
κατάρρυσις
καταρρυσόομαι
κατάρρυτος
καταρρωδέω
καταρρώξ
κάταρσις
καταρτάω
καταρτεία
καταρτίζω
κατάρτιον
κατάρτισις
View word page
κατάρρυσις
flowing down
ShortDef
flowing down
Debugging
Headword:
κατάρρυσις
Headword (normalized):
κατάρρυσις
Headword (normalized/stripped):
καταρρυσις
IDX:
46537
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-46538
Key:
Data
{'content': 'flowing down'}