Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κατάρατος
καταραχίζω
κατάρβυλος
καταργέω
κατάργησις
καταργητέον
καταργία
καταργίζω
κάταργμα
κατάργυρος
καταργυρόω
κατάρδευτος
κατάρδω
κάταρϝος
κατάρης
καταριγηλός
καταριθμέω
καταρίθμησις
καταριθμητέον
καταριστάω
καταρκέω
View word page
καταργυρόω
to cover with silver

ShortDef

to cover with silver

Debugging

Headword:
καταργυρόω
Headword (normalized):
καταργυρόω
Headword (normalized/stripped):
καταργυροω
IDX:
46470
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-46471
Key:

Data

{'content': 'to cover with silver'}