Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καταπυρπολέω
καταπώγων
καταπωλέω
καταπωμάζω
κατάρα
κατάρακτοι
κατάραμα
καταράομαι
καταράσιμος
κατάρασις
καταράσσω
κατάρατος
καταραχίζω
κατάρβυλος
καταργέω
κατάργησις
καταργητέον
καταργία
καταργίζω
κάταργμα
κατάργυρος
View word page
καταράσσω
dash down, break in pieces
ShortDef
dash down, break in pieces
Debugging
Headword:
καταράσσω
Headword (normalized):
καταράσσω
Headword (normalized/stripped):
καταρασσω
IDX:
46459
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-46460
Key:
Data
{'content': 'dash down, break in pieces'}