Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀμμοκονία
ἀμμοκοπρηγός
ἀμμόνιτρον
ἀμμοπλυσία
ἀμμόπλυτα
ἀμμορία
ἀμμορία2
ἀμμορίη
ἄμμορος
ἄμμος
ἅμμος
ἄμμος2
ἀμμοσκοπία
ἀμμότροφος
ἀμμοφανής
ἀμμόχρυσος
ἀμμοχωσία
ἀμμόχωστος
ἀμμώδης
Αμμων
Ἄμμων
View word page
ἅμμος
sand, sandy ground
ShortDef
sand, sandy ground
Debugging
Headword:
ἅμμος
Headword (normalized):
ἅμμος
Headword (normalized/stripped):
αμμος
IDX:
4645
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4646
Key:
Data
{'content': 'sand, sandy ground'}