Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καταπύκνωσις
καταπυκνωτέον
καταπυκτεύω
κατάπυρος
καταπυρόω
καταπυρπολέω
καταπώγων
καταπωλέω
καταπωμάζω
κατάρα
κατάρακτοι
κατάραμα
καταράομαι
καταράσιμος
κατάρασις
καταράσσω
κατάρατος
καταραχίζω
κατάρβυλος
καταργέω
κατάργησις
View word page
κατάρακτοι
shutters
ShortDef
shutters
Debugging
Headword:
κατάρακτοι
Headword (normalized):
κατάρακτοι
Headword (normalized/stripped):
καταρακτοι
IDX:
46454
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-46455
Key:
Data
{'content': 'shutters'}