Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καταπτύρομαι
κατάπτυσμα
κατάπτυστος
καταπτυχής
καταπτύω
κατάπτωμα
κατάπτωσις
καταπτωτικός
καταπτωχεύω
καταπυγίζω
καταπυγμομαχέω
καταπυγοσύνη
καταπύγων
καταπύθομαι
καταπύθω
καταπυκάζω
κατάπυκνος
καταπυκνόω
καταπύκνωσις
καταπυκνωτέον
καταπυκτεύω
View word page
καταπυγμομαχέω
conquer in boxing

ShortDef

conquer in boxing

Debugging

Headword:
καταπυγμομαχέω
Headword (normalized):
καταπυγμομαχέω
Headword (normalized/stripped):
καταπυγμομαχεω
IDX:
46436
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-46437
Key:

Data

{'content': 'conquer in boxing'}