Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καταποφαίνομαι
καταποχή
καταπραιδεύω
καταπρακτικός
κατάπραξις
καταπράσσω
καταπρατικόν
καταπραΰνσις
καταπραΰνω
κατάπρεμνος
καταπρεσβεύω
καταπρηνής
καταπρηνίζω
καταπρηνόω
κατάπριστος
καταπρίω
καταπροβάλλω
καταπροδίδωμι
καταπροΐεμαι
καταπροΐξομαι
καταπρολείπω
View word page
καταπρεσβεύω
undertake an embassy against
ShortDef
undertake an embassy against
Debugging
Headword:
καταπρεσβεύω
Headword (normalized):
καταπρεσβεύω
Headword (normalized/stripped):
καταπρεσβευω
IDX:
46406
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-46407
Key:
Data
{'content': 'undertake an embassy against'}