Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καταπορεύομαι
καταπορέω
καταπορθέω
καταπορθμίας
καταπορίζω
καταπόρνευσις
καταπορνεύω
καταπόρφυρος
καταπόσια
κατάποσις
καταποστέλλω
καταποτάομαι
κατάποτον
καταποφαίνομαι
καταποχή
καταπραιδεύω
καταπρακτικός
κατάπραξις
καταπράσσω
καταπρατικόν
καταπραΰνσις
View word page
καταποστέλλω
send down

ShortDef

send down

Debugging

Headword:
καταποστέλλω
Headword (normalized):
καταποστέλλω
Headword (normalized/stripped):
καταποστελλω
IDX:
46393
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-46394
Key:

Data

{'content': 'send down'}