Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καταπνίγω
κατάπνιξις
καταπνοή
καταποδίζω
καταπόθρα
καταποιέω
καταποικίλλω
καταπολεμέω
καταπολέμησις
καταπολεύω
καταπολιός
καταπολιτεύομαι
κατάπομα
καταπομπεύω
καταπομπή
καταπομπός
καταπονέω
καταπόνησις
κατάπονος
καταποντίζω
καταποντισμός
View word page
καταπολιός
white-haired
ShortDef
white-haired
Debugging
Headword:
καταπολιός
Headword (normalized):
καταπολιός
Headword (normalized/stripped):
καταπολιος
IDX:
46370
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-46371
Key:
Data
{'content': 'white-haired'}