Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καταπαίζω
κατάπαις
καταπαίω
καταπακτός
καταπαλαιόομαι
καταπαλαίω
καταπαλλακεύω
καταπάλλομαι
καταπαλταφεσία
καταπαλταφέτης
καταπάλτης
καταπαλτικός
καταπαλτός
καταπαννυχίζω
καταπανουργεύομαι
καταπανουργεύω
καταπάομαι
καταπαραλλήλως
καταπαρμός
καταπαρτέον
κατάπασμα
View word page
καταπάλτης
engine of war for hurling bolts, catapult

ShortDef

engine of war for hurling bolts, catapult

Debugging

Headword:
καταπάλτης
Headword (normalized):
καταπάλτης
Headword (normalized/stripped):
καταπαλτης
IDX:
46238
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-46239
Key:

Data

{'content': 'engine of war for hurling bolts, catapult'}