Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κατάξυροι
κατάξυσις
κατάξυσμα
καταξυσμός
καταξύω
Καταονία
καταπάγιον
καταπάγιος
καταπαγκρατιάζω
καταπαιγμός
καταπαιδεραστέω
καταπαιδεύω
καταπαίζω
κατάπαις
καταπαίω
καταπακτός
καταπαλαιόομαι
καταπαλαίω
καταπαλλακεύω
καταπάλλομαι
καταπαλταφεσία
View word page
καταπαιδεραστέω
waste in pederasty

ShortDef

waste in pederasty

Debugging

Headword:
καταπαιδεραστέω
Headword (normalized):
καταπαιδεραστέω
Headword (normalized/stripped):
καταπαιδεραστεω
IDX:
46226
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-46227
Key:

Data

{'content': 'waste in pederasty'}