Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καταξίωσις
καταξοή
καταξύλωσις
καταξυράω
κατάξυροι
κατάξυσις
κατάξυσμα
καταξυσμός
καταξύω
Καταονία
καταπάγιον
καταπάγιος
καταπαγκρατιάζω
καταπαιγμός
καταπαιδεραστέω
καταπαιδεύω
καταπαίζω
κατάπαις
καταπαίω
καταπακτός
καταπαλαιόομαι
View word page
καταπάγιον
fixed payment

ShortDef

fixed payment

Debugging

Headword:
καταπάγιον
Headword (normalized):
καταπάγιον
Headword (normalized/stripped):
καταπαγιον
IDX:
46222
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-46223
Key:

Data

{'content': 'fixed payment'}