Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καταξέσματα
καταξέω
καταξηραίνω
κατάξηρος
καταξιοπιστέομαι
κατάξιος
καταξιόω
κάταξις
καταξίωσις
καταξοή
καταξύλωσις
καταξυράω
κατάξυροι
κατάξυσις
κατάξυσμα
καταξυσμός
καταξύω
Καταονία
καταπάγιον
καταπάγιος
καταπαγκρατιάζω
View word page
καταξύλωσις
tignatio
ShortDef
tignatio
Debugging
Headword:
καταξύλωσις
Headword (normalized):
καταξύλωσις
Headword (normalized/stripped):
καταξυλωσις
IDX:
46214
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-46215
Key:
Data
{'content': 'tignatio'}