Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κατανέμησις
κατανέμω
κατάνευρος
κατάνευσις
κατανεύω
κατανεφόω
κατανέω
κατανέω2
Κατάνη
κατανήχομαι
κατανθίζομαι
κατανθρακίζω
κατανθρακόω
κατανθρωπίζω
κατανθρωπισμός
κατανίζω
κατανικάνδρα
κατάνιμμα
κατανίπτης
κατανίσσομαι
κατανίσταμαι
View word page
κατανθίζομαι
to be decked with bright colours
ShortDef
to be decked with bright colours
Debugging
Headword:
κατανθίζομαι
Headword (normalized):
κατανθίζομαι
Headword (normalized/stripped):
κατανθιζομαι
IDX:
46153
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-46154
Key:
Data
{'content': 'to be decked with bright colours'}