Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀμία2
ἀμίαντος
ἀμίας
ἀμιγής
ἄμιθα
ἄμικτος
Ἀμίλκας
ἅμιλλα
ἁμιλλάομαι
ἁμίλλημα
ἁμιλλητέον
ἁμιλλητήρ
ἁμιλλητήριος
ἁμιλλητικός
ἀμίλτωτος
ἀμιμητόβιοι
ἀμιμητόβιος
ἀμίμητος
ἀμιξία
ἅμιππος
ἀμίς
View word page
ἁμιλλητέον
one must vie

ShortDef

one must vie

Debugging

Headword:
ἁμιλλητέον
Headword (normalized):
ἁμιλλητέον
Headword (normalized/stripped):
αμιλλητεον
IDX:
4599
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4600
Key:

Data

{'content': 'one must vie'}