Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κατάλλαξις
καταλλάσσω
καταλληλία
κατάλληλος
καταλληλότης
καταλοάω
καταλοβεύς
καταλογάδην
καταλογεῖον
καταλογεύς
καταλογή
καταλογίζομαι
κατάλογος
καταλοιδορέω
κατάλοιπος
καταλοκίζω
καταλούομαι
καταλουστικοί
καταλοφάδεια
καταλοχίζω
καταλοχισμός
View word page
καταλογή
enrolment, enlistment

ShortDef

enrolment, enlistment

Debugging

Headword:
καταλογή
Headword (normalized):
καταλογή
Headword (normalized/stripped):
καταλογη
IDX:
45990
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45991
Key:

Data

{'content': 'enrolment, enlistment'}