Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καταληπτέος
καταληπτήρ
καταληπτικός
κατάληπτος
καταληπτός
καταληρέω
καταλήψιμος
κατάληψις
καταλιθάζω
καταλιθοβολέω
κατάλιθος
καταλιθόω
καταλιμνάζω
καταλιπαίνω
καταλιπαρέω
καταλίπαρος
καταλιφή
καταλιχμάζομαι
καταλιχμάομαι
καταλλάγδην
καταλλαγή
View word page
κατάλιθος
set with precious stones

ShortDef

set with precious stones

Debugging

Headword:
κατάλιθος
Headword (normalized):
κατάλιθος
Headword (normalized/stripped):
καταλιθος
IDX:
45966
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45967
Key:

Data

{'content': 'set with precious stones'}