Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κατάλεξις
καταλεπτολογέω
κατάλεπτον
καταλεπτύνω
καταλευκόω
καταλεύσιμος
καταλεύω
καταλεύω2
καταλέχομαι
καταλέχω
καταλέω
καταλήγω
καταλήθομαι
καταληΐζομαι
καταληκτέον
καταληκτικός
κατάλημμα
κατάληξις
καταληπτέος
καταληπτήρ
καταληπτικός
View word page
καταλέω
to grind down
ShortDef
to grind down
Debugging
Headword:
καταλέω
Headword (normalized):
καταλέω
Headword (normalized/stripped):
καταλεω
IDX:
45948
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45949
Key:
Data
{'content': 'to grind down'}