Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καταλεκτέον
κατάλεκτος
κατάλεξις
καταλεπτολογέω
κατάλεπτον
καταλεπτύνω
καταλευκόω
καταλεύσιμος
καταλεύω
καταλεύω2
καταλέχομαι
καταλέχω
καταλέω
καταλήγω
καταλήθομαι
καταληΐζομαι
καταληκτέον
καταληκτικός
κατάλημμα
κατάληξις
καταληπτέος
View word page
καταλέχομαι
lie down, go to bed

ShortDef

lie down, go to bed

Debugging

Headword:
καταλέχομαι
Headword (normalized):
καταλέχομαι
Headword (normalized/stripped):
καταλεχομαι
IDX:
45946
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45947
Key:

Data

{'content': 'lie down, go to bed'}