Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καταλαμπρύνω
καταλαμπτέος
καταλάμπω
κατάλαμψις
καταλγέω
καταλγύνω
καταλεαίνω
κατάλεγμα
καταλέγω
καταλείβω
κατάλειμμα
καταλειπτέον
κατάλειπτος
καταλείπω
καταλειτουργέω
καταλείφω
καταλείψανον
κατάλειψις
καταλεκτέον
κατάλεκτος
κατάλεξις
View word page
κατάλειμμα
remnant
ShortDef
remnant
Debugging
Headword:
κατάλειμμα
Headword (normalized):
κατάλειμμα
Headword (normalized/stripped):
καταλειμμα
IDX:
45928
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45929
Key:
Data
{'content': 'remnant'}