Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀμηχανία
ἀμηχανίη
ἀμηχανοεργός
ἀμηχανοποιέομαι
ἀμήχανος
ἁμηῷος
ἄμι
ἀμία
ἀμία2
ἀμίαντος
ἀμίας
ἀμιγής
ἄμιθα
ἄμικτος
Ἀμίλκας
ἅμιλλα
ἁμιλλάομαι
ἁμίλλημα
ἁμιλλητέον
ἁμιλλητήρ
ἁμιλλητήριος
View word page
ἀμίας
kind of tunny

ShortDef

kind of tunny

Debugging

Headword:
ἀμίας
Headword (normalized):
ἀμίας
Headword (normalized/stripped):
αμιας
IDX:
4591
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4592
Key:

Data

{'content': 'kind of tunny'}