Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κατακυμοτακής
κατακύπτω
κατακυριεύω
κατακυρόω
κατάκυψις
κατακωκύω
κατακωλύω
κατακωμάζω
κατακωμῳδέω
καταλαβεύς
καταλαβή
καταλαγνεύομαι
καταλαγχάνω
καταλαζονεύομαι
καταλακτίζω
καταλαλάζω
καταλαλέω
καταλαλητέον
καταλαλιά
κατάλαλος
καταλαμβάνω
View word page
καταλαβή
grasping, comprehension

ShortDef

grasping, comprehension

Debugging

Headword:
καταλαβή
Headword (normalized):
καταλαβή
Headword (normalized/stripped):
καταλαβη
IDX:
45906
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45907
Key:

Data

{'content': 'grasping, comprehension'}