Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κατακτενίζω
κατακτενισμός
κατάκτενος
κατάκτης
κατάκτησις
κατακτός
κατάκτρια
κατακτυπέω
κατακτύπησις
κατακυβεύω
κατακυβιστάω
κατακυκάω
κατακυκλόω
κατακυλίνδω
κατακύλλωμα
κατακυμοτακής
κατακύπτω
κατακυριεύω
κατακυρόω
κατάκυψις
κατακωκύω
View word page
κατακυβιστάω
turn a somersault

ShortDef

turn a somersault

Debugging

Headword:
κατακυβιστάω
Headword (normalized):
κατακυβιστάω
Headword (normalized/stripped):
κατακυβισταω
IDX:
45891
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45892
Key:

Data

{'content': 'turn a somersault'}