Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κατάκρηθεν
κατακρήμναμαι
κατακρημνίζω
κατακρημνισμός
κατακρημνιστής
κατάκρημνος
κατακριβόω
κατακριδεύω
κατάκριμα
κατακρίνω
κατακρίσιμος
κατάκρισις
κατάκριτος
κατακροάομαι
κατακροταλίζω
κατακροτέω
κατάκροτος
κατακρουνίζω
κατακρουνισμός
κατάκρουσις
κατακρουστικός
View word page
κατακρίσιμος
condemned
ShortDef
condemned
Debugging
Headword:
κατακρίσιμος
Headword (normalized):
κατακρίσιμος
Headword (normalized/stripped):
κατακρισιμος
IDX:
45862
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-45863
Key:
Data
{'content': 'condemned'}